Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2018

Γιατί καταργήθηκε η δωρεάν διάθεση πλαστικής σακούλας;....

Ας ξεκινήσουμε με ένα σύντομο κουίζ:

α. Γιατί έγινε ο Τρωϊκός πόλεμος;

β. Γιατί έγιναν οι σταυροφορίες;



Αν στην πρώτη ερώτηση απαντήσετε ότι έγινε για την ωραία Ελένη και στη δεύτερη, ότι έγινε για την ανάκτηση των Αγίων Τόπων, είστε «αθεράπευτα» καλόπιστοι και  μην κάνετε τον κόπο να

διαβάσετε την παρούσα ανάρτηση. Απευθύνεται σε αυτούς που δυσπιστούν στις «μεγάλες ιδέες» και συνήθως αναζητούν  τα συμφέροντα που κρύβονται  και εξυπηρετούνται από αυτές.


Στην περίπτωση της κατάργησης της δωρεάν διάθεσης πλαστικής σακούλας,  η «μεγάλη ιδέα» είναι η προστασία του περιβάλλοντος. Η επίσημη εκδοχή είναι ότι το μέτρο αποσκοπεί «στη μείωση της κατανάλωσής τους και κατ’ επέκταση της υψηλής συσσώρευσης των αποβλήτων τους που προκαλούν σημαντική ρύπανση στο περιβάλλον και ιδιαίτερα στο υδάτινο οικοσύστημα».  Η ουσία όμως του μέτρου είναι αλλού: Είναι στο χρήμα που, όσο και αν ακούγεται περίεργο, είναι πολύ και προέρχεται από τρεις πηγές: α) Από το περιβαλλοντικό τέλος,  (β)  από το άνοιγμα της αγοράς των «βιοαποικοδομήσιμων» πλαστικών και (γ) από την εκμετάλλευση των σκουπιδιών.

Περιβαλλοντικό τέλος – το νέο «οικολογικό» χαράτσι, αμφίβολης περιβαλλοντικής αποτελεσματικότητας

Κατ΄αρχάς, ακόμη και  γι’ αυτούς που δεν αμφισβητούν την ορθότητα της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει»  (εμείς  την αμφισβητούμε γιατί πιστεύουμε ότι είναι εφαρμογή στο περιβάλλον της πρακτικής των οίκων ανοχής) είναι αμφίβολο αν πρέπει να θεωρηθεί ότι ρυπαίνουν οι καταναλωτές που χρησιμοποιούν τις πλαστικές σακούλες και όχι αυτοί που τις παράγουν και τις διακινούν. Πάντως,  την πρώτη φορά που εφαρμόστηκε το εν λόγω μέτρο στη Δανία το  1994,   ο φόρος αυτός επιβλήθηκε στους κατασκευαστές και τους εισαγωγείς πλαστικών σακουλών και όχι στους καταναλωτές και είναι άλλης τάξης ζήτημα, αν στη συνέχεια οι έμποροι λιανικής πώλησης, και ιδίως τα σούπερ μάρκετ, τον μετακύλισαν στους καταναλωτές  χρεώνοντας τις πλαστικές σακούλες στους πελάτες τους.

Δεύτερον, η κατάργηση της δωρεάν διάθεσης πλαστικών σακουλών δεν περιορίζει τον όγκο των πλαστικών απορριμμάτων, αντιθέτως μπορεί και να τον αυξήσει , καθώς μειώνεται ο αριθμός των πλαστικών σακουλών  που παίρνουμε στο ταμείο, όχι όμως και οι σακούλες που χρησιμοποιούμε για τα απορρίμματα μας. Παράδειγμα η Ιρλανδία, η οποία το 2002 επέβαλε φόρο στις πλαστικές σακούλες. Με τον φόρο αυτό πράγματι κατόρθωσε να μειωθεί δραστικά ο αριθμός των πλαστικών σακουλών που διακινούνταν στα ταμεία, αυξήθηκε όμως η χρήση των χάρτινων σακουλών και των πλαστικών σακουλών για τα απορρίμματα,  οδηγώντας σε πολύ υψηλότερο επίπεδο τα απορρίμματα πλαστικού στο σύστημα αποβλήτων.

Τρίτον, το ύψος του περιβαλλοντικού τέλους προς το παρόν φαίνεται αμελητέο (3 λεπτά ανά πλαστική σακούλα συν Φ.Π.Α),  στην πραγματικότητα όμως δεν είναι, αν συνυπολογίσουμε ότι  σε κάθε συσκευασμένο προϊόν που αγοράζουμε έχει ενσωματωθεί και το κόστος ανακύκλωσής του (ασχέτως αν τελικά η συσκευασία του ανακυκλώνεται ή όχι), ενώ παράλληλα πληρώνουμε και δημοτικά τέλη για την αποκομιδή των απορριμμάτων.

Τέταρτον, τα έσοδα που θα έχει ο ο Ελληνικός Οργανισμός Ανακύκλωσης (Ε.Ο.ΑΝ) από το περιβαλλοντικό τέλος, τα οποία προβλέπονται διόλου ευκαταφρόνητα,  προορίζονται για τον…….γάμο του Καραγκιόζη (χρηματοδότηση δράσεων προώθησης, δωρεάν διάθεσης και εν γένει πριμοδότησης των επαναχρησιμοποιούμενων και των βιοαποδομήσιμων σακουλών μεταφοράς) και βγαίνουν από τη τσέπη μας για να χρηματοδοτήσουν στην καλύτερη περίπτωση δράσεις Μ.Κ.Ο και στη χειρότερη τη διαφημιστική καμπάνια των βιομηχανιών βιοπλαστικών.

Οδηγία 2015/720/Ε.Ε – Οι βιομηχανίες βιοπλαστικών κάνουν γλέντι.

Η Οδηγία  2015/720/ Ε.Ε, κατ’ εφαρμογή της οποίας μας επιβλήθηκε το «περιβαλλοντικό τέλος», σηματοδοτεί τη νίκη της βιομηχανίας βιοπλαστικών  έναντι των ανταγωνιστών της , δηλαδή των βιομηχανιών που παράγουν συμβατικές ή οξοβιοδιασπώμενες πλαστικές σακούλες.

Οι βιοαποδομήσιμες ή βιοαποικοδομήσιμες/λιπασματοποιήσιμες σακούλες μεταφοράς (biodegradable plastic bags),δηλαδή οι σακούλες  που προέρχονται από πηγές ανανεώσιμης βιομάζας, όπως άμυλο αραβοσίτου, είναι  το κυρίαρχο προϊόν της βιομηχανίας βιοπλαστικών και το μεγαλύτερο όπλο της για την κατάκτηση της αγοράς της Ε.Ε.  Σύμφωνα με μελέτη του γερμανικού Νova-Institue , η οποία δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο του 2016 με τον τίτλο «Κατανάλωση βιοαποικοδομήσιμων και λιπασματοποιήσιμων πλαστικών προϊόντων στην Ευρώπη», οι λιπασματοποιήσιμες πλαστικές σακούλες «δεν  μεταφέρουν μόνο αγαθά και βιολογικά απόβλητα, αλλά και τις ελπίδες της   βιομηχανίας βιοπλαστικών για τεράστιες αγορές τα επόμενα χρόνια». Βασική δε διαπίστωση αυτής της μελέτης είναι ότι  «το νομικό πλαίσιο καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την ανάπτυξη της αγοράς» και μάλιστα προβλέπει ότι με την υιοθέτηση ευνοϊκότερης νομοθεσίας η αγορά των βιοαποδομήσιμων και λιπασματοποιήσιμων προϊόντων μπορεί να αναπτυχθεί από 100,000 τόνους που ήταν  το 2015, πάνω από τους 300,000 τόνους το 2020.

Το πρόβλημα όμως είναι ότι οι βιοαποδομήσιμες πλαστικές σακούλες δεν είναι τόσο «πράσινες», όσο θέλουν να τις παρουσιάζουν.

 Ένα βασικό χαρακτηριστικό των βιοαποδομήσιμων πλαστικών είναι  ότι δεν ανακυκλώνονται και δεν είναι συμβατά με τα κοινά ή τα οξοβιοδιασπώμενα πλαστικά που σημαίνει ότι σε περίπτωση ανάμειξής τους,  κατά τη διαδικασία της ανακύκλωσης, καταστρέφουν ολόκληρη την παρτίδα. Επίσης έχουν κατηγορηθεί ως «αντιοικολογικά» για τους εξής λόγους:

-         Η αποσύνθεσή τους μπορεί να γίνει μόνο υπό ειδικές συνθήκες και σε ειδικές εγκαταστάσεις, αλλιώς στις κοινές χωματερές προκαλούν την έκκληση μεγάλης ποσότητας μεθανίου.
-         Ρυπαίνουν περισσότερο τις θάλασσες απ’ ότι τα παραδοσιακά πλαστικά, γιατί έχουν μεγαλύτερο βάρος και βυθίζονται, οπότε δεν υπόκεινται στην επίδραση των ακτινών UV για να αποσυντεθούν.
-          Για την καλλιέργεια των φυτικών υλών που χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη για την παραγωγή τους απαιτείται περισσότερο πετρέλαιο, απ’ ό,τι για την κατασκευή των κοινών πλαστικών..
-           Η βιομηχανία βιοπλαστικών στερεί καλλιεργήσιμες εκτάσεις από την παραγωγή τροφίμων και περιορίζει την βιοποικιλότητα.

Ένα επιπλέον πρόβλημα, οικονομικής φύσης, είναι ότι η επικράτηση των βιοαποδομήσιμων πλαστικών θα οδηγήσει σε κλείσιμο τις βιομηχανίες συμβατικών και οξοδιασπώμενων πλαστικών.

Η  εξέλιξη αυτή οπωσδήποτε ευνοεί χώρες όπως η Ιταλία και η Γαλλία ( η  πρώτη είναι από τις μεγαλύτερες παραγωγούς βιοαποδομήσιμων  σακουλών και  η  δεύτερη θα ενισχύσει τη βιομηχανία της, ενώ επίσης έχει προσανατολίσει από το 2007 τον αγροτικό τομέα της στην παραγωγή πρώτων υλών για τη βιομηχανία βιοπλαστικών). Δεν ευνοεί όμως χώρες όπως η δική μας που κινδυνεύει να μεταβληθεί σε εισαγωγέα.

Για το θέμα αυτό ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Πλαστικών Ελλάδας, σε ανακοίνωση του αναφέρει  «…… (Ας) μην διαφεύγει το γεγονός ότι για κάθε 1.000.000 ευρώ που αυξάνονται οι εισαγωγές 6 – 7 συμπολίτες μας χάνουν τη δουλειά τους και η βιομηχανία πλαστικών σακουλών απασχολεί άμεσα ή έμμεσα περίπου 12.000 εργαζόμενους». Τα μόνα δε μέτρα που φαίνεται ότι έλαβε η ελληνική κυβέρνηση προς όφελος των ελληνικών βιομηχανιών πλαστικών είναι να περιορίσει το περιβαλλοντικό τέλος μόνο στις πλαστικές σακούλες με πάχος 50 μικρά  και να μη διατεθούν ακόμη βιοαποικοδομήσιμες σακούλες στην ελληνική αγορά, ώστε οι ελληνικές βιομηχανίες πλαστικών να έχουν χρόνο να προσαρμόσουν την παραγωγή τους και είτε να αντικαταστήσουν τη  λεπτή πλαστική σακούλα με μεγαλύτερου πάχους που μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί ή να στραφούν στην κατασκευή βιοαποικοδομήσιμων σακουλών.

Ωστόσο η προσαρμογή των ελληνικών βιομηχανιών πλαστικών στις νέες συνθήκες φαίνεται δύσκολη, καθώς οι μεγαλύτερου πάχους σακούλες είναι πολύ πιο ακριβές και το κόστος των επενδύσεων στις νέες τεχνολογίες θεωρείται υψηλό. Σε σχετικό άρθρο για το θέμα αυτό η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ αναφέρει «Για την ελληνική βιομηχανία είναι σημαντική η «ψήφος» εμπιστοσύνης τόσο των καταναλωτών όσο και των λιανεμπόρων - από τις επιχειρήσεις super market μέχρι τα ζαχαροπλαστεία και τα ψιλικατζίδικα - οι οποίοι θα πρέπει να πληρώσουν ακριβότερα για τις μεγαλύτερου πάχους επαναχρησιμοποιούμενες πλαστικές σακούλες, που είναι το νέο προϊόν. Ενδεικτικά σημειώνεται ότι αν η τιμή ανά κιλό στη συμβατική πλαστική σακούλα ήταν 2 ευρώ, στη μεγαλύτερου πάχους είναι πάνω από 4 ευρώ, ενώ σχεδόν τριπλάσιο είναι το βάρος ανά τεμάχιο, περίπου 22-23 γρ. από περίπου 7-8 γρ. αντίστοιχα».

Εν ολίγοις, το περιβαλλοντικό τέλος έφερε τα πάνω κάτω στην αγορά της λεπτής πλαστικής σακούλας μεταφοράς και όλοι περιμένουν  ότι η εικόνα στην αγορά θα αλλάξει ριζικά  όταν θα «έρθουν» οι βιοαποικοδομήσιμες σακούλες και στην Ελλάδα.

Τα σκουπίδια είναι χρυσός

Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή εκστρατεία για τη μείωση της χρήσης πλαστικών σακουλών «LIFE DEBAG»  ένα στα δύο απορρίμματα στον βυθό της θάλασσας στην Ελλάδα είναι πλαστικές σακούλες και ένα στα τέσσερα ψάρια ανοιχτής θαλάσσης  περιέχει μικροπλαστικά.

Δεν γνωρίζουμε αν τα παραπάνω στοιχεία είναι ακριβή. Γνωρίζουμε όμως ότι η διαχείριση απορριμμάτων είναι μια αγορά με τζίρο πολλών δισεκατομμυρίων πανευρωπαϊκά και ότι υπάρχει έντονο ενδιαφέρον από γερμανικές επιχειρήσεις για την αξιοποίηση των περιβαλλοντικών projects, ύψους 137 εκατομμυρίων ευρώ, που θα χρηματοδοτήσει το αρμόδιο ελληνικό υπουργείο, είτε με την εξαγωγή συστημάτων, μηχανημάτων αλλά και τεχνογνωσίας, είτε με τη συνεργασία με ελληνικές επιχειρήσεις του κλάδου. Μάλιστα  στην ημερίδα που οργανώθηκε τον Οκτώβριο του 2017 από το Ελληνο - Γερμανικό Εμπορικό & Βιομηχανικό Επιμελητήριο στη Θεσσαλονίκη, με θέμα «Διαχείριση Απορριμμάτων και Λυμάτων στην Ελλάδα και στη Γερμανία» ο Karl Rottnick, πρόεδρος του Συνδέσμου Κατασκευαστών & Εγκαταστάσεων Γερμανίας (VDMA),  ανέφερε ότι η Γερμανία ακόμη και στα έτη της κρίσης της ελληνικής οικονομίας, αύξησε τις εξαγωγές μηχανημάτων στη χώρα μας, που ανήλθαν σε περίπου 400 εκατ το 2016 και υποστήριξε ότι η κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων τροφίμων από τις ελληνικές οικογένειες, δείχνει ότι υπάρχει έδαφος για την αξιοποίηση των οργανικών απορριμμάτων, μέσω της κομποστοποίησης, εάν βρεθούν τρόποι για την εφαρμογή της από τα νοικοκυριά.

Με λίγα λόγια, η ελληνική αγορά είναι πολλά υποσχόμενη στον τομέα διαχείρισης απορριμμάτων και οι αλλαγές στην αγορά πλαστικών αναμένεται να αυξήσουν δραστικά τον τζίρο της, όχι όμως επ’ ωφελεία των καταναλωτών που πληρώνουν ήδη πολλά για ελάχιστα αποτελέσματα.


Εν κατακλείδι: Η προστασία του περιβάλλοντος είναι ένα πολύ αποτελεσματικό μέσο για το άνοιγμα νέων αγορών και ο φόρος στην πλαστική σακούλα μεταφοράς είναι ένα μέτρο αμφισβητούμενης αποτελεσματικότητας όσον αφορά την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά ιδιαίτερα δραστικό όσον αφορά την προώθηση των βιοαποικοδομήσιμων πλαστικών (biodegradable plastic bags). Η επιβολή του, πέρα από τα δικαιολογημένα σκωπτικά σχόλια, την αμελητέα προς το παρόν επιβάρυνση του καταναλωτή και τον εκνευρισμό που μας προκαλεί στο ταμείο,  προβλέπεται ότι θα προκαλέσει αλλαγές στη διαχείριση των απορριμμάτων και στον μέχρι σήμερα σχεδιασμό της διαχείρισής τους, θα έχει επιπτώσεις στην οικονομία της χώρας μας, ενώ επίσης αναδεικνύει για άλλη μια φορά τα προβλήματα που δημιουργεί η  υποχρεωτική «εισαγωγή» νομοθεσίας πηγη Δ.Ε.Κ.Α.....

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου